Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
επισίττω — βλ. επισίζω … Dictionary of Greek
επισίζω — ἐπισίζω και ἐπισίττω (Α) προτρέπω σκυλί να ορμήσει. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + σίζω «συρίζω»] … Dictionary of Greek